Στην δύσκολη οικονομική συγκυρία που βιώνει η πατρίδα μας, ένα σημαντικό βήμα προς την προσπάθεια στήριξης της ελληνικής παραγωγής και της οικονομίας της χώρας είναι η κατανάλωση ελληνικών προϊόντων. Όταν λέμε ελληνικό προϊόν εννοούμε αυτό που παράγεται στην Ελλάδα.
Ας δούμε με απλά λόγια πως γίνεται αυτό...
Όταν αυξάνεται η ζήτηση ενός προϊόντος, αντίστοιχα αυξάνεται η παραγωγή του, πράγμα που σημαίνει πραγματοποίηση επενδύσεων στην παραγωγή. Αυτό δημιουργεί όχι μόνο αύξηση των θέσεων εργασίας στην συγκεκριμένη επιχείρηση, η οποία το παράγει, αλλά αύξηση της ζήτησης και σε προϊόντα και υπηρεσίες που σχετίζονται με την παραγωγή του συγκεκριμένου προϊόντος. Έτσι τονώνεται η απασχόληση, τόσο στον πρωτογενή και τον δευτερογενή τομέα της οικονομίας, αλλά και στις υπηρεσίες. Συνάμα η ισχυροποίηση των ελληνικών επιχειρήσεων, πέραν των αυξημένων εσόδων προς το κράτος, τους δίνει τη δυνατότητα να γίνουν περισσότερο ανταγωνιστικές και ικανές να αναπτύξουν εξαγωγική δραστηριότητα, πράγμα ιδιαίτερα ωφέλιμο για την εθνική οικονομία.
Από την άλλη πλευρά όταν αγοράζουμε εισαγόμενα προϊόντα, συνήθως πολυεθνικών εταιρειών, φεύγουν τα χρήματα μας στο εξωτερικό, ενισχύοντας τις αντίστοιχες ξένες οικονομίες, ενώ περιορίζεται ο τζίρος των δικών μας επιχειρήσεων. Το τελευταίο σημαίνει περιορισμό της ζήτησης άρα και της παραγωγής, συνεπώς λιγότερες θέσεις εργασίας, δηλαδή πτώση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων. Συγχρόνως σημαίνει λιγότερα έσοδα για το κράτος και τελικά εξάρτηση από τα ξένα κεφάλαια, τους πικρούς καρπούς της οποίας βιώνουμε σήμερα όλοι οι Έλληνες.
Το 2009 οι εισαγωγές προϊόντων στη χώρα μας ήταν τριπλάσιες των εξαγωγών. Σύμφωνα με μελέτες η υποκατάσταση του 20% των εισαγομένων προϊόντων με ντόπια σημαίνει σχεδόν 10 δις ευρώ το χρόνο επιπλέον στην ελληνική οικονομία. Άρα περίπου το κόστος 600.000 νέων θέσεων εργασίας.
Πως όμως θα αναγνωρίζουμε τα ελληνικά προϊόντα; Κάθε προϊόν διαθέτει ένα κωδικό (barcode GS1) το οποίο χορηγείται στην επιχείρηση παραγωγής ή εμπορίας του προϊόντος από έναν αρμόδιο φορέα. Ο φορέας αυτός είναι για την ελληνική επικράτεια ο «ελληνικός σύνδεσμος επιχειρήσεων για την διαχείριση των διεθνών προτύπων GS1 (GSI ASSOCIATION – GREECE), ο οποίος δεν είναι δημόσιος. Ο ανωτέρω οργανισμός χορηγεί στις εταιρείες που το ζητούν κωδικούς με το πρόθεμα 520 ή 521. Άρα οι κωδικοί αυτοί αφορούν εταιρείες οι οποίες έχουν έδρα στην Ελλάδα. Αυτό δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι το προϊόν παράγεται στην Ελλάδα. Μπορεί απλά να συσκευάζεται στην Ελλάδα, όπως για παράδειγμα εισαγόμενο ρύζι, το οποίο συσκευάζεται από μια αλυσίδα supermarket στην Ελλάδα. Όμως κι έτσι ένα τμήμα της τελικής μορφής του προϊόντος γίνεται στην Ελλάδα.
Επιπλέον δεν μπορεί κάποιος στην πλειοψηφία των περιπτώσεων να γνωρίζει την μετοχική σύνθεση των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα ώστε να υποθέσει αν κάποια κέρδη μένουν ή όχι σε ελληνικά χέρια.
Όποιος έχει δυνατότητα ας διερευνήσει περαιτέρω κάθε προϊόν διαβάζοντας ίσως τις πληροφορίες επάνω στην συσκευασία κάθε προϊόντος (όταν αυτές δεν προκαλούν σκόπιμα σύγχυση).
Οι άμεσα ενδιαφερόμενες ελληνικές επιχειρήσεις από την πλευρά τους, θα πρέπει να υιοθετήσουν και να ενισχύσουν αυτήν την επιβεβλημένη προσπάθεια, τόσο προβάλλοντας την όσο – και το ουσιαστικότερο – συμπιέζοντας τις τιμές κατά το δυνατόν, ώστε τα ελληνικά προϊόντα να εμφανίζονται ανταγωνιστικά σε σχέση με τα εισαγόμενα.
Εν κατακλείδι, εφ’ όσον ο κωδικός είναι συνήθως το μοναδικό μέσο αναγνώρισης του προϊόντος το οποίο διαθέτουμε, ας έχουμε κατά νου :
Αν δεν υπάρχει στον κωδικό το πρόθεμα 520 ή 521 το προϊόν σχεδόν πάντα δεν έχει καμιά σχέση με την Ελλάδα.
Αν υπάρχει, τότε σε πιθανότητα περίπου 95% παράγεται ή έστω συσκευάζεται στην Ελλάδα.
Ας γίνουμε πιο προσεκτικοί στην επιλογή των προϊόντων που καταναλώνουμε. Είναι πλέον επιτακτική ανάγκη. Η Ελλάδα μας χρειάζεται σκεπτόμενους και ώριμους πολίτες.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου