Φυσικοί χυμοί φρούτων με ιδιαίτερα υψηλές συγκεντρώσεις της τοξικής ουσίας αντιμόνιο, που είναι ύποπτη για καρκινογενέσεις, εντοπίσθηκαν στα ράφια ελληνικών καταστημάτων.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των αναλύσεων, χυμός βύσσινο που κυκλοφορεί στα ράφια ελληνικών παντοπωλείων και σούπερ μάρκετ περιέχει αντιμόνιο 2,7 φορές πάνω από τα ευρωπαϊκά όρια για το πόσιμο νερό. «Εκτός από τον χυμό βύσσινο, αυξημένες ποσότητες αντιμονίου βρέθηκαν και σε πέντε δείγματα χυμού μαύρου φραγκοστάφυλου που αγοράστηκαν από ελληνικά καταστήματα, αλλά που παράγονται στο Ηνωμένο Βασίλειο. Οι συγκεντρώσεις που ανιχνεύσαμε ήταν λίγο πάνω από τα επιτρεπόμενα όρια για το νερό», λέει στα «ΝΕΑ» ο αναπληρωτής καθηγητής Χημείας του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Σπύρος Περγαντής.
Στην έρευνα του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης, που πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Κρήτης, από τα 42 δείγματα που αναλύθηκαν 8 βρέθηκαν να υπερβαίνουν τα όρια που έχουν τεθεί για το νερό- όρια συγκεντρώσεων αντιμονίου δεν έχουν θεσπιστεί για τις τροφές, όπου και κατατάσσονται οι χυμοί. Η έρευνα δημοσιεύθηκε στις 17 Φεβρουαρίου στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό «Journal of Εnvironmental Μonitoring». Σημειώνεται μάλιστα πως το τριοξείδιο του αντιμονίου, που θεωρείται ύποπτο για καρκινογενέσεις, χρησιμοποιείται στην κατασκευή συσκευασιών από πλαστικό ΡΕΤ, ενώ πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι «μετανάστευση» αντιμονίου έχει παρατηρηθεί και σε εμφιαλωμένο νερό, χωρίς όμως να υπάρξουν υπερβάσεις του ορίου των 5 μικρογραμμαρίων ανά λίτρο που ισχύει για τις χώρες της Ε.Ε. (στις ΗΠΑ το όριο ανέρχεται στα 6 μικρογραμμάρια ανά λίτρο).
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η παρουσία της ύποπτης καρκινογόνου ουσίας μπορεί να οφείλεται στη «μετανάστευσή» της από τη συσκευασία στους χυμούς. Όπως υποστηρίζουν, υπάρχει πιθανότητα η παρουσία οργανικών οξέων ή σακχάρων να απελευθερώνει το αντιμόνιο από τις συσκευασίες κατά κύριο λόγο από πλαστικό ΡΕΤ, αλλά και από Τetra Ρak και γυαλί. «Το ΡΕΤ συνεχώς ανακυκλώνεται, με αποτέλεσμα να προκαλείται φθορά και να “εκχειλίζονται” πιθανώς ευκολότερα ποσότητες αντιμονίου. Κατά τη γνώμη μας, πιθανή πηγή είναι το υλικό της συσκευασίας: τα οργανικά οξέα και τα σάκχαρα των χυμών ίσως να αποσπούν ευκολότερα το αντιμόνιο», επισημαίνει ο κ. Περγαντής.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας, οι ειδικοί ανέλυσαν χυμούς από φραγκοστάφυλο, φράουλα, σμέουρο (raspberry), βύσσινο, μέντα και συνθετική καραμέλα που αγόρασαν από καταστήματα σε Ελλάδα, Σκωτία και Δανία. Για την περίπτωση του ελληνικού χυμού βύσσινου, που ήταν συσκευασμένος σε γυαλί, επισημαίνεται ότι «τα γυάλινα δοχεία μπορούν να απελευθερώσουν αντιμόνιο και έτσι η συγκεκριμένη ουσία μπορεί να προέρχεται είτε από τη συσκευασία είτε να είναι αποτέλεσμα τοπικής μόλυνσης». Εξάλλου, σύμφωνα με τον κ. Περγαντή, οι συγκεντρώσεις του αντιμονίου στους χυμούς φραγκοστάφυλου που προμηθεύτηκαν οι ερευνητές από ελληνικά καταστήματα ήταν «οριακά πάνω από τα όρια, στα 5,8- 6 μικρογραμμάρια ανά λίτρο».
Στους συμπυκνωμένους
Όσον αφορά τους συμπυκνωμένους χυμούς, οι τρεις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις που ανιχνεύθηκαν ήταν 45, 30 και 12 μικρογραμμάρια ανά λίτρο- τα δύο πρώτα υπερέβαιναν τα επιτρεπόμενα όρια για το νερό, δηλαδή τα 5 μικρογραμμάρια ανά λίτρο, όταν αραιώθηκαν σε εξαπλάσιες ποσότητες νερού, όπως γράφουν οι οδηγίες χρήσης. Επισημαίνεται πως και οι τρεις συμπυκνωμένοι χυμοί ανήκαν στην ίδια μάρκα- στην έρευνα δεν αναφέροντ αι επωνυμίες. Από τη συγκεκριμένη μάρκα αναλύθηκαν επιπλέον 16 δείγματα χυμών, τα οποία παρουσίασαν υψηλή συγκέντρωση αντιμονίου.
πηγή
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των αναλύσεων, χυμός βύσσινο που κυκλοφορεί στα ράφια ελληνικών παντοπωλείων και σούπερ μάρκετ περιέχει αντιμόνιο 2,7 φορές πάνω από τα ευρωπαϊκά όρια για το πόσιμο νερό. «Εκτός από τον χυμό βύσσινο, αυξημένες ποσότητες αντιμονίου βρέθηκαν και σε πέντε δείγματα χυμού μαύρου φραγκοστάφυλου που αγοράστηκαν από ελληνικά καταστήματα, αλλά που παράγονται στο Ηνωμένο Βασίλειο. Οι συγκεντρώσεις που ανιχνεύσαμε ήταν λίγο πάνω από τα επιτρεπόμενα όρια για το νερό», λέει στα «ΝΕΑ» ο αναπληρωτής καθηγητής Χημείας του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Σπύρος Περγαντής.
Στην έρευνα του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης, που πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Κρήτης, από τα 42 δείγματα που αναλύθηκαν 8 βρέθηκαν να υπερβαίνουν τα όρια που έχουν τεθεί για το νερό- όρια συγκεντρώσεων αντιμονίου δεν έχουν θεσπιστεί για τις τροφές, όπου και κατατάσσονται οι χυμοί. Η έρευνα δημοσιεύθηκε στις 17 Φεβρουαρίου στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό «Journal of Εnvironmental Μonitoring». Σημειώνεται μάλιστα πως το τριοξείδιο του αντιμονίου, που θεωρείται ύποπτο για καρκινογενέσεις, χρησιμοποιείται στην κατασκευή συσκευασιών από πλαστικό ΡΕΤ, ενώ πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι «μετανάστευση» αντιμονίου έχει παρατηρηθεί και σε εμφιαλωμένο νερό, χωρίς όμως να υπάρξουν υπερβάσεις του ορίου των 5 μικρογραμμαρίων ανά λίτρο που ισχύει για τις χώρες της Ε.Ε. (στις ΗΠΑ το όριο ανέρχεται στα 6 μικρογραμμάρια ανά λίτρο).
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η παρουσία της ύποπτης καρκινογόνου ουσίας μπορεί να οφείλεται στη «μετανάστευσή» της από τη συσκευασία στους χυμούς. Όπως υποστηρίζουν, υπάρχει πιθανότητα η παρουσία οργανικών οξέων ή σακχάρων να απελευθερώνει το αντιμόνιο από τις συσκευασίες κατά κύριο λόγο από πλαστικό ΡΕΤ, αλλά και από Τetra Ρak και γυαλί. «Το ΡΕΤ συνεχώς ανακυκλώνεται, με αποτέλεσμα να προκαλείται φθορά και να “εκχειλίζονται” πιθανώς ευκολότερα ποσότητες αντιμονίου. Κατά τη γνώμη μας, πιθανή πηγή είναι το υλικό της συσκευασίας: τα οργανικά οξέα και τα σάκχαρα των χυμών ίσως να αποσπούν ευκολότερα το αντιμόνιο», επισημαίνει ο κ. Περγαντής.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας, οι ειδικοί ανέλυσαν χυμούς από φραγκοστάφυλο, φράουλα, σμέουρο (raspberry), βύσσινο, μέντα και συνθετική καραμέλα που αγόρασαν από καταστήματα σε Ελλάδα, Σκωτία και Δανία. Για την περίπτωση του ελληνικού χυμού βύσσινου, που ήταν συσκευασμένος σε γυαλί, επισημαίνεται ότι «τα γυάλινα δοχεία μπορούν να απελευθερώσουν αντιμόνιο και έτσι η συγκεκριμένη ουσία μπορεί να προέρχεται είτε από τη συσκευασία είτε να είναι αποτέλεσμα τοπικής μόλυνσης». Εξάλλου, σύμφωνα με τον κ. Περγαντή, οι συγκεντρώσεις του αντιμονίου στους χυμούς φραγκοστάφυλου που προμηθεύτηκαν οι ερευνητές από ελληνικά καταστήματα ήταν «οριακά πάνω από τα όρια, στα 5,8- 6 μικρογραμμάρια ανά λίτρο».
Στους συμπυκνωμένους
Όσον αφορά τους συμπυκνωμένους χυμούς, οι τρεις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις που ανιχνεύθηκαν ήταν 45, 30 και 12 μικρογραμμάρια ανά λίτρο- τα δύο πρώτα υπερέβαιναν τα επιτρεπόμενα όρια για το νερό, δηλαδή τα 5 μικρογραμμάρια ανά λίτρο, όταν αραιώθηκαν σε εξαπλάσιες ποσότητες νερού, όπως γράφουν οι οδηγίες χρήσης. Επισημαίνεται πως και οι τρεις συμπυκνωμένοι χυμοί ανήκαν στην ίδια μάρκα- στην έρευνα δεν αναφέροντ αι επωνυμίες. Από τη συγκεκριμένη μάρκα αναλύθηκαν επιπλέον 16 δείγματα χυμών, τα οποία παρουσίασαν υψηλή συγκέντρωση αντιμονίου.
πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου