Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2009

Ομιλία του Βουλευτή Βασίλη Οικονόμου για τη Διαχείριση των Στέρεων Αποβλήτων στο 3ο Διεθνές Συνέδριο της ΕΕΔΣ

Εισαγωγή

Ο άνθρωπος έχει αναπτύξει μια διαφορετική και μοναδική σχέση με την φύση και το περιβάλλον, σχεδόν διαλεκτική. Εδώ και χιλιετίες προσπαθεί να κυριαρχήσει πάνω στην φύση, να την ελέγξει, να την εκμεταλλευτεί, να την χρησιμοποιήσει. Για αιώνες θεωρούσε ότι έχει πλήρη ελευθερία πάνω στην φύση, ότι μπορεί να καρπώνεται τα αγαθά χωρίς περιορισμούς και χωρίς να δημιουργούνται προβλήματα. Αυτή την δυνατότητά του την ενέταξε στα οικονομικά και κοινωνικά συστήματα που εφάρμοσε, ειδικά στον ανεπτυγμένο κόσμο. Το οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο του δυτικού κόσμου στηρίχθηκε ακριβώς πάνω σε αυτή την ανάπτυξη χωρίς όρια. Τα αποτελέσματα είναι πλέον δεδομένα και φοβάμαι ότι δεν επιδέχονται πλέον ανατροπές. Ο δυτικός κόσμος βρίσκεται με απεριόριστες δυνατότητες για υψηλό βιοτικό επίπεδο και ο τρίτος κόσμος σε κατάσταση απίστευτης υστέρησης. Αυτό το χάσμα δεν είναι μόνο οικολογικό. Θα ήταν αφελές να αποδώσουμε τις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες στην ανισόρροπη περιβαλλοντική διαχείριση. Αυτό το οποίο πρέπει να αναζητήσουμε είναι το πως θα συμβάλλουμε στην οικονομική – κοινωνική και περιβαλλοντική ισορροπία του κόσμου, χρησιμοποιώντας αποτελεσματικά εργαλεία διαχείρισης των προβλημάτων της ανθρωπότητας. Η τεχνολογία που αναπτύχθηκε τους τελευταίους αιώνες, έχει τις ρίζες της στην επιστημονική επανάσταση του 17ου και 18ου αιώνα, με κύριους εκπροσώπους, τον Γαλιλαίο, τον Κοπέρνικο και τον Καρτέσιο. Η επιστημονική σκέψη ακολουθώντας την μεθοδολογία της αναλυτικής σκέψης, βασιζόταν στην σχέση αιτίας - αποτελέσματος, αλλά και στον διαμελισμό πολύπλοκων συστημάτων σε στοιχειώδη μέρη, με σκοπό την κατανόηση της συμπεριφοράς του όλου από τη μελέτη των μερών του. Η φύση υπό ένα τέτοιο πρίσμα, αποκαλύφθηκε ως μία μηχανή που διέπεται από μαθηματικούς νόμους, κατά συνέπεια τα πάντα στον κόσμο θα μπορούσαν να ερμηνευτούν σύμφωνα με τη διάταξη και την κίνηση των τμημάτων τους. Η πραγματικότητα αυτή όμως άλλαξε με την βιομηχανική επανάσταση και βέβαια με τις μηχανές εσωτερικής καύσης που άλλαξαν δραστικά τις δυνατότητες παρέμβασης στην φύση και εν συνεχεία στον πολιτισμό μας. Η κριτική στο κυρίαρχο παγκόσμια οικονομικό και κοινωνικό σύστημα ανάπτυξης εδράζεται στο γεγονός ότι το μοντέλο αυτό επικράτησε και κορυφώθηκε με στόχο την άνευ μέτρου εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, για την βελτίωση της ποιότητας ζωής του ανθρώπου. Η εκπληκτική ανάπτυξη που ακολουθήθηκε άλλαξε την διαδικασία παραγωγής, άλλαξε τα δεδομένα της οικονομικής δραστηριότητας και ανάπτυξης, άλλαξε την καθημερινότητα και τις καταναλωτικές συνήθειες σε όλο τον κόσμο.
Η «ασύδωτη» όμως οικονομική εκμετάλλευση της φύσης προκάλεσε το φαινόμενο που πολλοί αποκαλούν «εκδίκηση της φύσης». Φτάσαμε μάλιστα στο άλλο άκρο, δηλαδή να απειλείται πλέον η ποιότητα της ζωής του ανθρώπου από την ανάπτυξη και την εκμετάλλευση της φύσης.
Η κύρια απειλή που βιώνει ο σύγχρονος κόσμος είναι οι μεγάλες και ραγδαίες κλιματικές αλλαγές. Η επιστημονική κοινότητα εδώ και καιρό έχει καταδείξει το πρόβλημα και τους κινδύνους που αντιμετωπίζουμε. Οι αλλαγές αυτές έχουν συμβάλλει στην αφύπνιση μεγάλης μερίδας του πληθυσμού και έχουν εν πολλοίς επηρεάσει και την οικονομική ζωή της παγκόσμιας κοινότητας. Τα ζητήματα του περιβάλλοντος απασχολούν όλο και περισσότερο την κοινωνία μας σε όλο το φάσμα της. Όλο και περισσότεροι επιστήμονες ασχολούνται συστηματικά με την διαχείριση και προστασία του περιβάλλοντος, όλο και περισσότεροι πολίτες ευαισθητοποιούνται και συμμετέχουν σε οικολογικά κινήματα, όλο και περισσότερα πολιτικά πρόσωπα και πολιτικοί φορείς εντάσσουν στην ατζέντα τους τα θέματα που άπτονται του περιβάλλοντος. Με λίγα λόγια θα μπορούσαμε να πούμε ότι η παγκόσμια κοινότητα ιεραρχεί πλέον πολύ ψηλά τα θέματα που άμεσα ή έμμεσα επηρεάζουν το περιβάλλον.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η διαχείριση των στέρεων αποβλήτων. Πρόκειται για περιβαλλοντικό ζήτημα που συνδέεται και με το φαινόμενο του θερμοκηπίου και έχει πολλές οικονομικές, κοινωνικές αλλά και πολιτισμικές προεκτάσεις. Θεωρείται ένα από τα πλέον σύνθετα και δισεπίλυτα προβλήματα καθώς οι παράγοντες που εμπλέκονται σε αυτή την διαδικασία είναι πολλοί. Προκειμένου να λυθεί λοιπόν το ζήτημα πρέπει να συνυπολογιστούν οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά δεδομένα.

1. Η Κατάσταση σήμερα στην Ελλάδα

Η χώρα μας μέχρι σήμερα δεν έχει καταφέρει να υιοθετήσει εγκαίρως όλα τα σύγχρονα συστήματα συλλογής και εκμετάλλευσης των απορριμμάτων της, γεγονός που πέραν των προστίμων που της επιφέρει, την κατατάσσει και στην λίστα των πλέον υπανάπτυκτων χωρών στο συγκεκριμένο τομέα. Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα φαίνεται να καθυστερεί αδικαιολόγητα και να εμμένει σε λογικές του παρελθόντος επιτρέποντας την λειτουργία παράνομων εγκαταστάσεων συλλογής απορριμμάτων, οι οποίες ελλοχεύουν σημαντικούς κινδύνους για την δημόσια υγεία. Με τον όρο στέρεα απόβλητα περιγράφονται ουσιαστικά όλα τα στέρεα ή ημιστέρεα υλικά τα οποία θεωρούνται άχρηστα από τους ανθρώπους, δεν έχουν δηλαδή άμεση αξία για αυτούς και επιθυμούν να τα απορρίψουν. Όπως σε όλο τον κόσμο έτσι και στην χώρα μας, ο σύγχρονος τρόπος ζωής και κυρίως η σύνδεση της ποιότητας ζωής με την υπερκατανάλωση δημιουργούν αύξηση αυτών των αποβλήτων. Όσο περισσότερο καταναλώνουμε τόσο περισσότερα απορρίμματα δημιουργούμε. Η αύξηση επίσης του πληθυσμού που παρατηρείται τις τελευταίες δεκαετίες επηρεάζει άμεσα τον όγκο των απορριμμάτων που καλούμαστε να διαχειριστούμε. Πέρα όμως από τον όγκο των απορριμμάτων έχουμε και «ποιοτικές» αλλαγές των υλικών που πρέπει να επεξεργαστούμε και να διαχειριστούμε καθώς τα παραγόμενα προϊόντα, κυρίως όσα προέρχονται από την βιομηχανία, έχουν όλο και πιο πολύπλοκη σύνθεση και σύσταση. Λόγω αυτών των δύο παραγόντων, δηλαδή της αύξησης του όγκου και της αλλαγής της σύστασης των υλικών, έχουν αναπτυχθεί και αναπτύσσονται συνεχώς νέες μέθοδοι διακομιδής, διάθεσης, διαχείρισης και επεξεργασίας των αποβλήτων σε όλο τον κόσμο.
Στην Ελλάδα επικράτησε δυστυχώς η χειρότερη επιλογή, η απαρχαιωμένη και τεχνολογικά ξεπερασμένη λύση των ΧΥΤΑ, η οποία προβλέπει την κατασκευή 120 ΧΥΤΑ σε όλη την χώρα. Από αυτές, οι 117 μονάδες είναι ελάχιστης δυναμικότητας (40 τόνοι ημερησίως) και θα καταλήξουν μαθηματικώς σε επίσημες χωματερές αφού η λειτουργία τους θα είναι αντιοικονομική. Δεν είναι λοιπόν τυχαία η κάθετη αντίδραση των τοπικών κοινωνιών αφού ούτε σωστός σχεδιασμός υπήρχε, ούτε καθαρή επιχειρηματολογία, αλλά ούτε και επαρκείς επιστημονικές βεβαιώσεις ότι πρόκειται για την πλέον σωστή και ενδεδειγμένη λύση.
Η χρηματοδότηση των ΧΥΤΑ στην Ελλάδα, από την Ευρωπαϊκή Ένωση στηρίζεται σε ψεύτικα κατασκευάσματα της ελληνικής πολιτείας. Με ψέματα όμως δεν μπορούν να εκταμιευθούν χρήματα από την Ευρώπη γιατί απαιτείται να πληρούνται οι εξής όροι:
1) το σύστημα προεπεξεργασίας και το σύστημα συλλογής ειδικών αποβλήτων να είναι σε λειτουργία
2) να κλείσουν οι ΧΑΔΑ
3) η όλη διαχείριση αποβλήτων να γίνει σύμφωνα με την Οδηγία ΕΕ 99-31 που απαγορεύει την διάθεση σε ΧΥΤΑ αποβλήτων που δεν έχουν υποστεί επεξεργασία (σύμμεικτα Σ.Α.).
Η «επένδυση» 700 εκ € για την ολοκλήρωση των 120 ΧΥΤΑ πανελλαδικά (429 εκ € + 25% εθνικοί πόροι) απαιτούν να έχουν τεθεί σε λειτουργία οι εγκαταστάσεις προεπεξεργασίας ΑΣΑ (διαλογής – ανακύκλωσης). Δυστυχώς τίποτα δεν έχει γίνει όπως και τίποτα δεν έχει σχεδιαστεί από την ελληνική πολιτεία.
Είναι φανερό ότι η λειτουργία των ΧΥΤΑ όπως έχει σχεδιαστεί θα είναι παράνομη αν δεν έχουν λειτουργήσει οι απαραίτητες εγκαταστάσεις προεπεξεργασίας γεγονός που θα μας υποχρεώσει στην επιστροφή των κονδυλίων που θα έχουμε σπαταλήσει στις θνησιγενείς λύσεις των ΧΥΤΑ. Συγχρόνως σαν χώρα – μέλος της Ε.Ε. έχουμε υποχρέωση μέχρι 31-12-08 (Μέρος Β, παρ. 1, ειδικός όρος 3) να έχουμε ελαττώσει τις ποσότητες των βιοαποδομήσιμων που θα απορρίπτονται σε ΧΥΤΑ κατά 25% σε σχέση με την παραγωγή απορριμμάτων που είχαμε το 1995. Συγχρόνως υποχρεούμαστε στην ανακύκλωση των υλικών από χαρτί, πλαστικό, μέταλλο σε ποσοστό 45% με 60% και μάλιστα στην επαναχρησιμοποίηση του 15% τουλάχιστον από το καθένα. Αυτό που σήμερα καταγράφεται (ΤΕΔΚΝΑ) είναι ότι μόλις το 8% ανακυκλώνεται και το 32% καταλήγει σε ΧΥΤΑ, αφού οι βασικοί παραγωγοί απορριμμάτων (Αθήνα – Πειραιάς) είναι απελπιστικά πίσω στην επίτευξη των στόχων τους, προτιμώντας να πετούν τα σκουπίδια τους στην Δυτική Αττική σήμερα και στην Ανατολική Αττική αύριο. Οι προηγούμενες διαβεβαιώσεις του ΥΠΕΧΩΔΕ για την ανακύκλωση του 24% των απορριμμάτων μόνο θυμωδία προκαλούν.
Αυτές οι τεράστιες αδυναμίες της ελληνικής περίπτωσης δείχνουν και το σημερινό αδιέξοδο, το οποίο φυσικά δεν προέρχεται από τις αντιδράσεις των λίγων κατοίκων της Αττικής αλλά από τις τεράστιες αδυναμίες της διαχείρισης των στέρεων αποβλήτων μέχρι σήμερα. Επί της ουσίας παρακολουθούσαμε μια προσπάθεια μετάθεσης του προβλήματος από τους μεγάλους κεντρικούς δήμους στους μικρούς περιφερειακούς τους γείτονες, με την υπόσχεση κάποιων ανταλλαγμάτων, συνήθως οικονομικών, που όμως δεν μπορούν να αμβλύνουν τον φόβο των κατοίκων για την υγεία τους και την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής τους. Η μέθοδος των ΧΥΤΑ απαιτεί τεράστιες εκτάσεις γης, προκαλεί άμεσα την υποβάθμιση των περιοχών όπου φιλοξενούνται, προκαλεί ατμοσφαιρική ρύπανση λόγω των αερίων που εκπέμπονται και ελλοχεύει πολλούς κινδύνους για την δημόσια υγεία. Στις παράνομες χωματερές πολλές φορές επιδιώκεται η μείωση του όγκου των απορριμμάτων με την μέθοδο της καύσης η οποία γίνεται σε ανοικτό και μερικώς μόνο ελεγχόμενο χώρο με αποτέλεσμα να εκπέμπονται διοξίνες και πολλές φορές να προκαλούνται καταστροφικές πυρκαγιές. Χαρακτηριστική είναι η αδυναμία της κεντρικής πολιτικής εξουσίας να καταθέσει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο και να το εφαρμόσει. Η φοβική και αναβλητική όμως στάση μεταθέτει το πρόβλημα στο μέλλον κάνοντας ακόμα πιο δύσκολη την αντιμετώπισή του.

2. Οι μέθοδοι για την ολοκληρωμένη διαχείριση των απορριμμάτων στην ελληνική πραγματικότητα. (Το παράδειγμα της Αττικής)

Στην Ευρώπη η υιοθέτηση των νέων τεχνολογιών και των εναλλακτικών μεθόδων διαχείρισης των απορριμμάτων οδήγησε σε εντυπωσιακά αποτελέσματα τόσο όσον αφορά την μείωση του όγκου των απορριμμάτων όσο και στην κερδοφόρα ενεργειακά και οικονομικά εκμετάλλευσή τους. Μέθοδοι όπως η ανακύκλωση, η κομποστοποίηση, η θερμική επεξεργασία και οι Χώροι Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων (ΧΥΤΥ) θεωρούνται ενδεδειγμένες και βιώσιμες και ως τέτοιες έχουν ευρέως διαδοθεί. Στην χώρα μας αντίθετα επικρατεί φόβος ακόμα και για να συζητήσουμε κάποιες από αυτές τις μεθόδους, ενώ η ανακύκλωση που χαίρει της κοινωνικής συναίνεσης βρίσκεται ακόμα σε εμβρυακό στάδιο, εν πολλοίς «παρατημένη» στον φόβο των δημοτικών ισορροπιών της πρωτεύουσας και στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Η καθυστέρηση αυτή δεν δικαιολογείται αφού θέτει σε κίνδυνο την δημόσια υγεία και είναι και οικονομικά ασύμφορη καθώς η εμμονή στις ξεπερασμένες μεθόδους δεν επιτρέπει την ανάκτηση υλικών, ούτε την παραγωγή ενέργειας, είναι δαπανηρή και εκτός των άλλων προκαλεί και την επιβολή προστίμων για αθέτηση των συμφωνιών για μη τήρηση των οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πέραν τούτων, μας κατατάσσει στις τριτοκοσμικές χώρες σε αυτό τον τομέα, γεγονός που επιφέρει επιπρόσθετες ζημίες λόγω δυσφήμησης.
Η ολοκληρωμένη διαχείριση των στέρεων αποβλήτων απαιτεί την δημιουργία και την αποτελεσματική εφαρμογή ενός συστήματος που θα είναι σε θέση να εκτιμήσει και να προβλέψει την ποσότητα και την ποιότητα των παραγόμενων απορριμμάτων σήμερα και στο μέλλον. Οφείλει επίσης να προβλέπει χώρους μεταφόρτωσης, να εφαρμόσει ένα διαφορετικό σύστημα διαλογής με έμφαση στην κατά το δυνατόν διαλογή στην πηγή παραγωγής τους, να αναπτύξει ένα δίκτυο μεταφοράς στους χώρους επεξεργασίας και τελικής διάθεσης των απορριμμάτων και εν τέλει να δημιουργήσει χώρους επεξεργασίας, εκμετάλλευσης και τελικής διάθεσης των υπολειμμάτων. Όλες αυτές οι συνισταμένες καθιστούν το όλο ζήτημα εκτός από επιστημονικό θέμα και καθαρά πολιτικό, ενώ η αντιμετώπιση του δεν μπορεί να «αφεθεί» στην ιδιωτική και μόνο πρωτοβουλία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, όλο και πιο έντονα, εντάσσει το θέμα της διαχείρισης των απορριμμάτων στα πλαίσια της βιώσιμης ανάπτυξης, πλαίσιο το οποίο έχει υιοθετήσει θεωρητικά και η χώρα μας. Αναπτύσσεται μάλιστα και ένα σύστημα αξιολόγησης των μεθόδων με κριτήριο την αποτελεσματικότητά τους στον τομέα της μείωσης της παραγωγής των απορριμμάτων και της αξιοποίησής τους για την παραγωγή ενέργειας και της ανάκτησης των υλικών. Στα πλαίσια της ολοκληρωμένης διαχείρισης η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει διαχωρίσει τα απορρίμματα σε τρεις κύριες κατηγορίες:

Α) Στα Αστικά Στέρεα Απόβλητα που θεωρούνται τα οικιακά απορρίμματα καθώς και όσα απορρίμματα μοιάζουν με αυτά όσον αφορά την φύση και την σύνθεσή τους.
Β) Στα βιομηχανικά απόβλητα, τα οποία είναι και τα πιο επικίνδυνα και
Γ) Στα στερεά απόβλητα από εγκαταστάσεις επεξεργασίας νερού και λυμάτων.

2.1 Η μείωση του όγκου των απορριμμάτων
Ο κύριος όγκος των απορριμμάτων στην χώρα μας παράγεται από την οικιακή κατανάλωση. Στην Αττική παράγονται κατά μέσο όρο 5-6000 τόνοι ημερησίως. Η ποσότητα αυτή είναι τεράστια και είναι δυσανάλογη με το ρυθμό ανάπτυξης της χώρας και με την αύξηση του συγκεκριμένου πληθυσμού. Δυστυχώς οι στατιστικές μας δείχνουν την «παραγωγή μέχρι και 10000 τόνων κάποιες μέρες», τινάζοντας στον αέρα τους προγραμματισμούς και τις προβλέψεις των σχεδιασμών (ανύπαρκτων ή περιφερειακών). Είναι φανερό ότι ο πληθυσμός της Αττικής δεν έχει αυξηθεί ξαφνικά κατά 1 και 2 εκατ. κατοίκους, όπως είναι φανερό και το άθλιο και τεράστιο «παιχνίδι» που παίζεται στην πλάτη των κατοίκων ιδιαίτερα της Αττικής, φορτώνοντας τα απορρίμματα από πολλούς άλλους νομούς, ακολουθώντας δυστυχώς σκοτεινούς δρόμους γεμάτους άφθονο μαύρο χρήμα. Κατά συνέπεια το πρωτεύον ενός νέου σχεδιασμού πρέπει να είναι η μείωση του όγκου των απορριμμάτων. Πρόκειται για ένα σύνθετο πρόβλημα καθώς καταρχήν προϋποθέτει την αλλαγή της καταναλωτικής συμπεριφοράς που επικρατεί σήμερα στην χώρα μας. Δεύτερον απαιτεί να κλείσουν όλα τα γκρίζα μονοπάτια των σκουπιδιών και να κλείσουν ασφυκτικά οι στρόφιγγες του μαύρου σκουπιδιού. Είναι γεγονός ότι μεγάλο μέρος του όγκου των απορριμμάτων προέρχεται από υλικά συσκευασίας προϊόντων, που σημαίνει ότι θα πρέπει να αλλάξει ριζικά ένα μεγάλο κομμάτι της βιομηχανικής παραγωγής που διαθέτει προϊόντα συσκευασίας. Αναμενόμενη λοιπόν είναι η αντίδραση των κοινωνικών ομάδων που συνδέονται με αυτή την οικονομική διαδικασία. Η αλλαγή των καταναλωτικών συνηθειών μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από την παιδεία και την συστηματική ενημέρωση των πολιτών. Πρόκειται όμως για διαδικασία που απαιτεί υπομονή καθώς δεν μπορεί να επιφέρει αποτελέσματα από την μία μέρα στην άλλη. Μέσω της εκπαίδευσης και της περιβαλλοντικής παιδείας οι επερχόμενες γενιές θα αποκτήσουν περιβαλλοντική συνείδηση και θα μπορέσουν να υιοθετήσουν μια διαφορετική στάση ζωής την οποία θα μεταλαμπαδεύσουν και στις οικογένειές τους. Εν τω μεταξύ θα πρέπει να αλλάξουμε την σύσταση των υλικών που χρησιμοποιούνται για την συσκευασία και ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για τον τεράστιο όγκο των απορριμμάτων. Μπορούμε δηλαδή να κατευθύνουμε την βιομηχανία στην χρήση λιγότερο τοξικών υλικών και στην εφαρμογή των κοινοτικών οδηγιών για το ποσοστό συγκέντρωσης βαρέων μετάλλων στα υλικά συσκευασίας.

2.2 Η ανακύκλωση
Ζήτημα περιβαλλοντικής παιδείας μπορεί να θεωρηθεί ως ένα σημείο και η ανακύκλωση. Μέχρι σήμερα οι σποραδικές και λαθεμένα δομημένες εκστρατείες ενημέρωσης που πραγματοποιήθηκαν στα σχολεία, έχουν φέρει περιορισμένα αποτελέσματα. Η συνήθεια βέβαια είναι να ζητείται από τους μαθητές να προσκομίσουν ανακυκλώσιμα υλικά στο σχολείο. Η πλειοψηφία τους ανταποκρίνεται πρόθυμα και φαίνονται διατεθειμένοι να συμμετέχουν συστηματικά στις προσπάθειες ανακύκλωσης. Η εμπειρία μάλιστα δείχνει ότι στην πλειοψηφία τους οι μαθητές προτρέπουν και παρακινούν τις οικογένειές τους να συμμετέχουν και αυτές στην προσπάθεια ανακύκλωσης υλικών. Εδώ ακριβώς είναι και το πρόβλημα της ελληνικής πολιτείας που δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί την όλο και αυξανόμενη επιθυμία των πολιτών να συμμετέχουν ενεργά σε αυτή την προσπάθεια. Η ανακύκλωση στην χώρα μας περιορίζεται σε λίγα υλικά, κυρίως χαρτί, αλουμίνιο και γυαλί. Οι κάδοι ανακύκλωσης είναι περιορισμένοι σε κεντρικά σημεία των δήμων (και όχι σε όλους) κάνοντας δύσκολη την πρόσβαση, ενώ και η συλλογή των ανακυκλώσιμων υλικών από τους συγκεκριμένους κάδους δεν γίνεται συχνά ή όταν υφίσταται γίνεται με εσφαλμένο τρόπο, και όχι με το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Επίσης δεν έχει διαδοθεί ο διαχωρισμός των απορριμμάτων στην πηγή τους, πρακτική που έχει εφαρμοστεί με μεγάλη επιτυχία σε χώρες του εξωτερικού. Η μέχρι σήμερα ανάπτυξη της μεθόδου της ανακύκλωσης στηρίζεται σε ιδιωτικές πρωτοβουλίες και μεμονωμένες προσπάθειες τοπικών κοινωνιών. Η αποτελεσματικότητά τους είναι εκ των πραγμάτων περιορισμένη καθώς απευθύνονται σε μέρος μόνο του κοινωνικού συνόλου. Η διάδοση της μεθόδου της ανακύκλωσης στο σύνολο της Ελληνικής Επικράτειας δεν μπορεί να γίνει ερήμην αλλά κατά βάση με την συμμετοχή του κράτους. Η πρώτη κίνηση είναι η δημιουργία μεγάλων και σύγχρονων εγκαταστάσεων ανακύκλωσης, στις οποίες θα μπορεί να γίνεται και ο διαχωρισμός των αντικειμένων που επιδέχονται ανακύκλωση. Επίσης θα πρέπει να γίνουν επενδύσεις και για την ανακύκλωση υλικών που θεωρούνται ασύμφορα για την ιδιωτική αγορά. Τέλος θα πρέπει να αναπτυχθεί ένα σύστημα διάθεσης των ανακτηθέντων υλικών στην αγορά. Για να έχει επιτυχία αυτό το μέτρο θα πρέπει η τιμή τους να είναι πιο προσιτή και να δοθούν κίνητρα για την χρησιμοποίησή τους. Επίσης μπορούν να αναζητηθούν και αγορές του εξωτερικού όπου θα μπορούν να διατίθενται τυχόν πλεονάσματα σε πρώτες ύλες. Εξαιρετικό επίσης πλεονέκτημα είναι ότι η μέθοδος της ανακύκλωσης μπορεί να δημιουργήσει πολλές νέες θέσεις εργασίας καθώς αποτελεί από μόνη της μια τεράστια αναπτυξιακή επένδυση.

2.3 Η κομποστοποίηση

Η κομποστοποίηση ως μέθοδος δεν μπορεί παρά να έπεται της ανακύκλωσης. Αφού δηλαδή έχουν συλλεχθεί τα ανακυκλώσιμα υλικά μπορεί να ακολουθεί μια δεύτερη διαδικασία διαχωρισμού, προκειμένου να ανακτήσουμε οργανικά απόβλητα τα οποία θα μπορούν να κομποστοποιούνται και να χρησιμοποιούνται ως λίπασμα σε γεωργικές εργασίες. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιείται και σε πάρκα και στην βελτίωση υποβαθμισμένων εδαφών. Ας γίνει λοιπόν ένας επόμενος μετρήσιμος στόχος, η υποστήριξη του νέου πάρκου στο Ελληνικό να γίνεται από τα προϊόντα της κομποστοποίησης των απορριμμάτων μας. Πρόκειται όμως για μια μεγάλη επένδυση καθώς οι εγκαταστάσεις που απαιτούνται είναι μεγάλες. Η διεθνής εμπειρία επίσης δείχνει απροθυμία των γεωργών να χρησιμοποιήσουν το παραγόμενο υλικό. Σε κάθε περίπτωση πάντως η μέθοδος της κομποστοποίησης μειώνει σε σημαντικό βαθμό τον όγκο των απορριμμάτων που είναι και ένα από τα ζητούμενα. Το γεγονός ότι ως μέθοδος δεν επιφέρει σημαντικά οικονομικά αποτελέσματα, με την έννοια του οικονομικού κέρδους, καθιστά σχεδόν υποχρεωτική την δημόσια επένδυση προκειμένου να τεθεί σε λειτουργία.

2.4 Η Θερμική Επεξεργασία για την παραγωγή ενέργειας

Η θερμική επεξεργασία, η καύση δηλαδή των απορριμμάτων, είναι μια μέθοδος ευρέως διαδεδομένη στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ και έχει επιφέρει εντυπωσιακά αποτελέσματα τόσο όσον αφορά την μείωση του όγκου των απορριμμάτων όσο και όσον αφορά στα παραγόμενα οφέλη. Αντιμετωπίζεται μάλιστα σε όλες τις χώρες όπου εφαρμόζεται ως μέθοδος εναλλακτικής μορφής ενέργειας παρά ως μέθοδος διαχείρισης απορριμμάτων. Με την καύση μπορούμε να παράγουμε θερμική κυρίως ενέργεια ικανή να καλύψει ένα μεγάλο ποσοστό των κοινωνικών αναγκών. Επιπρόσθετα με την θερμική επεξεργασία μπορούν να προκύψουν και πάλι πρώτες ύλες, κυρίως μέταλλα τα οποία δεν είναι δυνατόν να ανακτηθούν με την μέθοδο της ανακύκλωσης. Είναι όμως μια μέθοδος που αν δεν εφαρμοστεί σωστά μπορεί να προκαλέσει πολλά προβλήματα. Οι εγκαταστάσεις που απαιτεί έχουν μεγάλο κόστος κυρίως λόγω των μέτρων που απαιτούνται να ληφθούν προκειμένου να ελέγχεται το ποσοστό διοξινών που θα εκπέμπεται στην ατμόσφαιρα. Η τεχνολογία της καύσης των απορριμμάτων έχει προχωρήσει με ταχύτατα βήματα και μπορεί πλέον να επιβεβαιωθεί ότι πρόκειται για μια ασφαλή μέθοδο. Μειώνει τον όγκο των απορριμμάτων και με τις προδιαγραφές τις Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν παράγονται βλαβερές διοξίνες. Πολύ σημαντικό πλεονέκτημα είναι το γεγονός ότι κατά την καύση δεν παράγεται μεθάνιο, αντιμετωπίζουμε δηλαδή ως ένα βαθμό και το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Η συντριπτική πλειοψηφία των υπολοίπων της καύσης μπορούν να ανακυκλωθούν. Η θερμότητα που παράγεται κατά την διάρκεια της καύσης ή τα αέρια, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή ενέργειας. Ακόμα και η τέφρα που προκύπτει μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες κατασκευαστικές δραστηριότητες. Το κύριο πλεονέκτημα αυτής της μεθόδου για την χώρα μας είναι ότι μπορεί να βοηθήσει στην μερική έστω απεξάρτησή μας από την καύση του πετρελαίου και του λιγνίτη που εκπέμπουν κατά κοινή ομολογία σημαντικές ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα ενώ επιβαρύνουν σε μεγάλο βαθμό τον κρατικό προϋπολογισμό. Τέλος με την θερμική επεξεργασία μας δίνεται μια εναλλακτική μέθοδος διαχείρισης απορριμμάτων απελευθερώνοντας μεγάλες εκτάσεις γης που θα εγκλωβίζονταν με τα ΧΥΤΑ, παραμερίζοντας τις κοινωνικές εντάσεις που προκύπτουν από την συγκεκριμένη μέθοδο.

2.5 Διάθεση υπολειμμάτων
Από όλες αυτές τις μεθόδους εξακολουθούν να προκύπτουν κάποια υπολείμματα τα οποία και θα πρέπει με κάποιο τρόπο να τα διαχειριστούμε. Βέβαια μιλάμε για σαφώς μικρότερους όγκους και με τελείως διαφορετική σύσταση. Τα υπολείμματα που θα προκύπτουν θα είναι σε στερεή και υγρή μορφή. Για τα στέρεα υπολείμματα οφείλουμε να δημιουργήσουμε Χώρους Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων (ΧΥΤΥ). Δεν μιλάμε βέβαια για μια απλή μετονομασία των ΧΥΤΑ. Οι όγκοι θα είναι σαφώς μικρότεροι γεγονός που θα επιτρέπει τον άμεσο ενταφιασμό τους. Τα ΧΥΤΥ πρέπει να είναι πλήρως ελεγχόμενες επιστημονικά εγκαταστάσεις που θα επεξεργάζονται τα κατάλοιπα, θα τα διασπούν, θα αντλούν ότι ενδεχομένως θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί και θα εξασφαλίζουν ότι δεν θα υπάρχει ούτε η παραμικρή έστω και προσωρινή επιβάρυνση του περιβάλλοντος, ούτε θα διακυβεύεται η υγεία έστω και μικρού αριθμού κατοίκων. Οι χώροι αυτοί θα πρέπει να είναι έτσι διαμορφωμένοι ώστε να αναβαθμίζουν και όχι να υποβαθμίζουν τις περιοχές στις οποίες θα φιλοξενούνται. Επίσης η έκτασή τους θα είναι σαφώς μικρότερη χωρίς να εμποδίζουμε την οικιστική και ευρύτερη ανάπτυξη μιας περιοχής. Τα ΧΥΤΥ θα πρέπει να κυριαρχούνται από πράσινο, να είναι δηλαδή χώροι παραγωγής οξυγόνου. Μπορούν να δημιουργηθούν μεγάλα πάρκα όπου θα αναπτύσσονται διάφορες δραστηριότητες πολιτισμού και αναψυχής. Ο στόχος είναι να αποτελούν πηγή ζωής και όχι να ακυρώνουν τις περιοχές όπως κάνουν σήμερα τα ΧΥΤΑ. Η διαχείριση των υγρών αποβλήτων θα πρέπει να γίνει και πάλι με ένα ολοκληρωμένο σύστημα επεξεργασίας και τελικής διάθεσης. Εν συντομία μπορούμε να αναφέρουμε την αναγκαιότητα ελέγχου παραγωγής των υγρών αποβλήτων από τις μεθόδους που προαναφέραμε και κυρίως από την καύση. Τα υγρά αυτά παράγωγα δεν μπορούν να διοχετεύονται στις αποχετεύσεις χωρίς να έχει προηγηθεί η επεξεργασία τους. Μπορεί να γίνει καθαρισμός τους είτε στην πηγή είτε σε βιολογικούς καθαρισμούς. Ενδεχομένως θα μπορούσε να προκύψει και ωφέλιμο υδατικό απόθεμα που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στην γεωργία ή για το πότισμα αστικών πάρκων και κήπων.

3. Συμπεράσματα
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κόσμος αλλάζει. Ο Σιμόν Μπλάκμπερν υποστηρίζει ότι πολλές από τις σημαντικές αλλαγές που συντελούνται μπορούν να αποτυπωθούν σχηματικά αν καταγράψουμε τις περιόδους ακμής και παρακμής των ιδεών με τις οποίες ζουν οι άνθρωποι. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ιδέα της απόλυτης ελευθερίας στην χρήση των αγαθών της φύσης έχει τελειώσει και περνάμε πλέον σε μια εποχή όπου θα πρέπει να διαχειριστούμε με σύνεση όσα αγαθά η φύση παράγει και παράλληλα να διαχειριστούμε αποτελεσματικά όσα η ανθρώπινη δραστηριότητα παράγει και καταστρέφουν την φύση. Η ολοκληρωμένη διαχείριση των στερεών αποβλήτων είναι ένα τμήμα των ενεργειών που πρέπει να υιοθετήσουμε προκειμένου να προστατέψουμε αποτελεσματικά το περιβάλλον. Η ιδέα της Πράσινης Ανάπτυξης είναι μια πρόταση, ένας στόχος για το περιβάλλον και την προστασία του, είναι όμως και μια πρόταση και ένας στόχος οικονομικής και αειφόρου ανάπτυξης. Ζούμε στην εποχή της τεχνολογικής επανάστασης, έχοντας ξεπεράσει σε μεγάλο βαθμό την βιομηχανική επανάσταση. Μπορούμε να μετατρέψουμε την τεχνολογική επανάσταση σε περιβαλλοντική επανάσταση. Η τεχνολογία και η επιστήμη μας δίνουν τα όπλα που σε συνδυασμό με τις οικονομικές και κοινωνικές δυνάμεις που αναπτύσσονται γύρω από την πράσινη ιδεολογία μπορούν να πραγματοποιήσουν συγκλονιστικές αλλαγές. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι σχέδιο και πολιτική υπευθυνότητα προκειμένου να εφαρμοστεί αυτό το σχέδιο χωρίς εκπτώσεις. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι παιδεία, περιβαλλοντική παιδεία. Η περιβαλλοντική παιδεία και η δημιουργία υπεύθυνων πολιτών είναι το κλειδί της επιτυχίας αυτού του εγχειρήματος. Όσα χρήματα και αν επενδυθούν, όσες τεχνολογίες και αν υιοθετηθούν δεν πρόκειται να έχουμε αποτελεσματικές και ολοκληρωμένες λύσεις εάν δεν υπάρχει η ενεργή συμμετοχή των πολιτών. Η καλύτερη εκστρατεία ενημέρωσης για την περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση και την ενεργή συμμετοχή είναι η παιδεία που διαμορφώνει υπεύθυνους και ενημερωμένους πολίτες. Ο πολυμαθής Γκαίτε έλεγε πως ότι κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας, πρέπει πρώτα να το κερδίσουμε για τον εαυτό μας εάν θέλουμε να είναι και δικό μας. Στην περίπτωση του περιβάλλοντος θα πρέπει να σκεφτόμαστε ότι την γη δεν την κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας αλλά απλώς την δανειστήκαμε από τους απογόνους μας. Όπως κάθε δάνειο έτσι και αυτό οφείλουμε να το αποπληρώσουμε στο ακέραιο και μάλιστα με τόκους. Οφείλουμε δηλαδή να παραδώσουμε στις επόμενες γενιές ένα καλύτερο περιβάλλον από αυτό που παραλάβαμε.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Free Host | lasik surgery new york